Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Εργασίες και Βίντεο απο το πρόγραμμα ''Προιστορικοι οικισμοι'' της ομάδας 1


   Εποχή του λίθου στην Ελλάδα

Με τον όρο εποχή του λίθου στην Ελλάδα εννοούμε μα μεγάλη σε
διάρκεια περίοδο, που ξεκινά από την πρώτη εμφάνιση του ανθρώπου στον Ελληνικό γεωγραφικό χώρο και φτάνει μέχρι την διάδοση της μεταλλουργίας και την επικράτηση του χαλκού οπότε ξεκινά η εποχή του χαλκού για την Ελλάδα.Τα όρια ανάμεσα στις τρεις περιόδους που χωρίζεται παραδοσιακά η εποχή του λίθου δεν είναι αυστηρά καθορισμένα και αλλάζουν από μελέτη σε μελέτη και από μελετητή σε μελετητή. Μόνο η τελική περίοδος η νεολιθική, που σημαδεύει την κοινωνική οργάνωση του ανθρώπου σε οικισμούς, είναι πιο εύκολα διακριτή και αναγνωρίσιμη. Παρόλα αυτά, ο χωρισμός αυτός είναι πρακτικός και βοηθά πολύ στην ταξινόμηση των ευρημάτων και την παρουσίαση της περιόδου.

ΧΟΙΡΟΚΟΙΤΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα πρώτα ίχνη οικισμών -που έχουν βρεθεί μέχρι στιγμής- στην Κύπρο χρονολογούνται την έκτη χιλιετηρίδα π.Χ. Οι χρονολογίες που έδειξε η μέθοδος του άνθρακα 14 είναι γύρω στο 5.800 π.Χ. Η εποχή αυτή χαρακτηρίζεται από ένα πρωτότυπο πολιτισμό που δεν γνώριζε την χρήση ψημένου πηλού : νεολιθικός προκεραμεικός .Μαρτυρείται στο Ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα στην περιοχή “Κάστρος” στην άκρη της χερσονήσου της Καρπασίας, στην Καλαβασσό, περιοχή “Τέντα”, λίγα χιλιόμετρα δυτικά της Χοιροκοιτίας, σε ένα νησάκι στην Βόρεια ακτή, την Πέτρα του Λιμνίτη, και στην Χοιροκοιτία, όπου έγιναν εκτεταμένες ανασκαφές και είναι ο πιο επιβλητικός νεολιθικός οικισμός.Η Χοιροκοιτία βρίσκεται γύρω στα 6 χιλιόμετρα από την θάλασσα σε μία σχετικά ανώμαλη περιοχή στους πρόποδες της οροσειράς του Τροόδους. Ο νεολιθικός οικισμός απλώνεται στις πλαγιές μιας βραχώδους προεξοχής που ονομάζεται “Βουνός”, με τον ποταμό Μαρώνι στα βόρεια.

Ο ΟΙΚΙΣΜΟΣ

Ο οικισμός ανακαλύφθηκε το 1934 και έγιναν ανασκαφές τα έτη 1936 έως 1946 , το 1972 και 1976, 77.Οι κατοικίες απλώνονται στις πλαγιές του λόφου, κυρίως στην νότια πλευρά του, στις δύο πλευρές ενός μακρόστενου πέτρινου κτίσματος που έχει μήκος 185μ. και που διατηρείται σε ύψος 3,5 μ. και αρχικά μάλλον πρέπει να είχε τον ρόλο του προστατευτικού τοίχου για τις κατοικίες που βρίσκονταν ανατολικά του (οι κατοικίες δυτικά του τοίχου ήταν λιγότερες και μεταγενέστερεςΟι κατοικίες είναι κυκλικές και έχουν διάφορες διαστάσεις .Οι πιο μεγάλες έχουν εξωτερική διάμετρο περίπου 10 μ. και εσωτερική 4,2 με 5,6 μ. δηλαδή μία κατοικήσιμη επιφάνεια γύρω στα 14 με 15 τ.μ. αρκετή για να στεγάσει δύο πρόσωπα.


Οι πιο μικρές έχουν εξωτερική διάμετρο περίπου 10 μ. (εσωτερική 2 - 3,5 μ.) με κατοικήσιμη επιφάνεια 3-9 τ.μ. αρκετή για να στεγάσει ένα άτομο. Παρόλο που ο χώρος οικιακής χρήσης (άλεσμα σπόρων, εστία μαγειρέματος κλπ) βρισκόταν έξω από την κατοικία, η στενότητα του κατοικήσιμου χώρου, που περιοριζόταν ακόμη περισσότερο από διάφορες διαρρυθμίσεις, μας κάνει να υποθέσουμε ότι μία κατοικία ικανή να στεγάσει μία οικογένεια θα αποτελούταν από μερικούς τέτοιους κυκλικούς χώρους που θα είχαν τον ρόλο δωματίων.Οι τοίχοι όπου βρίσκονται οι πόρτες, που έχουν άνοιγμα 50 περίπου εκατοστά και κατώφλι με επίπεδες πέτρες, είναι φτιαγμένοι από πέτρα, από πυλό ή από ωμά πλιθάρια (πηλός ανάμικτος με άχυρο στεγνωμένος στον ήλιο). Αυτά τα υλικά χρησιμοποιούνται ή μόνα ή σε συνδυασμό. Ο πιο συνηθισμένος τύπος τοίχου ενώνει έναν εξωτερικό κύκλο από πέτρες και έναν εσωτερικό από ωμά πλιθάρια. Στην εξωτερική και εσωτερική όψη του τοίχου υπήρχε ένα άσπρο επίχρισμα και η εσωτερική όψη του τοίχου μάλλον ήταν βαμμένη με κόκκινη μπογιά.Το πάτωμα των σπιτιών είχε και αυτό ένα στρώμα από επίχρισμα που το ανανέωναν περιοδικά, μάλιστα σε μερικά σπίτια υπήρχε μία διαδοχή από δέκα στρώματα. Σύμφωνα με την χρήση ή τις χρήσεις κάθε κατασκευής το πάτωμα διαρρυθμιζόταν ανάλογα : πεζούλια, τοιχάρια διαχωριστικά χώρων εργασίας, ανάπαυσης ή εγκαταστάσεων οικιακής χρήσης (εστίες σε λεκάνες ή υπερυψωμένες, λεκάνες, γούρνες). Σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται πως για μεγάλωμα του χώρου έφτιαχναν ένα είδος παταριού που το στήριζαν πάνω σε πέτρινους στύλους.

ΔΙΑΤΡΟΦΗ - ΕΡΓΑΛΕΙΑ
Το χωριό της Χοιροκοιτίας το κατοικούσαν γεωργοί, που καλλιεργούσαν το σιτάρι και το καλαμπόκι, όπως το έδειξαν οι αναλύσεις των απανθρακωμένων σπόρων.Το θέρισμα γινόταν με δρεπάνια φτιαγμένα από λάμες πυριτόλιθου πάνω σε χερούλια από ξύλο ή κόκαλο, που δεν διατηρήθηκαν.Οι σπόροι αλέθονταν σε πέτρινους μύλους ("τριπτήρες") πού 'χαν τη θέση τους έξω από τις κατοικίες.

Το κρέας, το προμηθεύονταν από το κυνήγι ή την κτηνοτροφία (αρνιά, κατσίκια και χοίρους) και δεν είχαν καμιά επαφή με την θάλασσα που ήταν αρκετά μακριά, αντίθετα με πιο σύγχρονους οικισμούς όπου βρίσκονται πολλά κόκαλα ψαριών (χρυσόψαρων, μπακαλιάρων) υπολείμματα οστρακοειδών, αχινών ή κογχύλια καθώς και κοκαλένια αγκίστρια πράγμα που δείχνει πως το ψάρεμα και τα οστρακοειδή ήταν υπολογίσιμο μέρος της διατροφής τους.Τα εργαλεία των πρώτων κατοίκων της Χοιροκοιτίας είναι από πυριτόλιθο, κόκαλο και πέτρα. Τα εργαλεία από πυριτόλιθο εκτός από τα δρεπάνια, είναι τρίφτες και μαχαίρια. Τα κοκαλένια είναι τρυπητήρια, αιχμές και λεπτές βελόνες. Τα μεγάλα εργαλεία είναι πελέκια από γυαλισμένη πέτρα, μεγάλοι και μικροί κόπανοι. Παρόλο που μόνο πέτρινες λεκάνες διεσώθησαν δεν θα πρέπει να ξεχνούμε πως υπήρχαν δοχεία από υλικό που δεν άντεξε στον χρόνο όπως το ξύλο, το καλάμι ή το δέρμα.Κοντά στα λιγότερο κατεργασμένα ευρήματα όπως λεκάνες, μύλους κοπανιστήρια, μεγάλες γούρνες, υπάρχουν και αυτά που είναι εντέχνως κατεργασμένα (πιάτα, κύπελλα και λεκάνες από ανδεσίτη) και αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα της νεολιθικής προκεραμεικής τέχνης και δείχνουν την μεγάλη μαστοριά στην κατεργασία της πέτρας που είχαν οι κάτοικοι της Χοιροκοιτίας.

ΕΘΙΜΑ
Δεν ξέρουμε τίποτα για την θρησκεία των κατοίκων της Χοιροκοιτίας, κανένας χώρος λατρείας δεν ανακαλύφθηκε. Όμως τα νεκρικά έθιμα μας είναι γνωστά. Οι νεκροί, άσχετα από το φύλο ή την ηλικία τους, θάβονταν μέσα στις κατοικίες, σε τάφρους που ύστερα σκεπαζόταν με ένα στρώμα πηλού που χρησίμευε ως πάτωμα. Τα σώματα θάβονταν σε συμπτυγμένη (εμβρυακή) στάση, χωρίς καμία προτίμηση στον προσανατολισμό του κρανίου. Δώρα, πέτρινα δοχεία (πολλές φορές σκοπίμως σπασμένα) ή κοσμήματα συνόδευαν τον νεκρό, όπως εκείνα που βρέθηκαν στο κτίριο ΧΙΧ , μέσα στον τάφο μίας γυναίκας : ένα κολιέ από κοχύλια και από πέτρες κορναλίνης και δύο σπασμένα αγγεία από ανδεσίτη κάτω από την λεκάνη και τις γάμπες της. Σε μερικές περιπτώσεις, μία μεγάλη πέτρα, κυρίως "τριπτήρας", τοποθετείται πάνω στο σώμα του νεκρού (ως συνοδευτικό εργαλείο στην μετά θάνατο ζωή μήπως;)

Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ

Νικομήδειας

Ο νεολιθικός οικισμός της Νέας Νικομήδειας βρίσκεται περίπου 13 χιλιόμετρα βόρεια της Βέροιας και 2 χιλιόμετρα βόρεια της Νέας Νικομήδειας. Επικρατεί η άποψη ότι ο οικισμός βρισκόταν σε όρμο του Θερμαϊκού κόλπου ή στην άκρη μιας ελώδους λίμνης - λιμνοθάλασσας. Η άποψη αυτή ενισχύεται από τη σύσταση του εδάφους - υπεδάφους (προσχωσιγενές, φερτές ύλες, υδατογενή πετρώματα, όστρακα κ.λπ). Ακόμα, επιβεβαιώνεται από το γεγονός, ότι η λίμνη των Γιαννιτσών απλωνόταν, πρίνα από την αποξήρανσή της (1935), όπως λένε παλιοί κάτοικοι της Νέας Νικομήδειας, κάπου 2 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του χωριού. Μάλιστα στην περιοχή αυτή υπάρχει κει τοποθεσία με το όνομα "Πόρος".


Ο οικισμός ανήκει στον τύπο της Τούμβας, δηλαδή τον τεχνητό γήλοφο, του οποίου η μορφή είναι αποτέλεσμα της συνεχούς ανθρώπινης εγκατοίκησης. Οι κάτοικοι της Νέας Νικομήδειας αποκαλούν το χωματολοφίσκο "Τούμπα". Η τοποθεσία της Τούμπας σε παλιό χάρτη της περιοχής, σημειώνεται με την ονομασία "Μπογιάδες". Σήμερα επικρατεί η ονομασία "Αρχαία".Εκτιμάται οτι ο οικισμός στα βορειοανατολικά του, όπου απλωνόταν θάλασσα ή λίμνη, είχε ανοιχτό ορίζοντα. Στις άλλες κατευθύνσεις θα υπήρχαν δάση και λιβάδια μέχρι και τη δεκαετία του 1950.Επίσης, ο οικισμός είχε ηλιοφάνεια και το κλίμα του ήταν υγρό. Από τον οικισμό είναι πιθανό να ξεκινούσαν μια σειρά από περάσματα, που θα διευκόλυναν τους κατοίκους να επικοινωνούν με άλλους γειτονικούς οικισμούς.Η θέση του οικισμού, σχετικά με τις πηγές τροφήμων, πρέπει να ήταν ιδανική (καρπερή γή, πλούσιο κυνήγι, άφθονα ψάρια).Η ζωή στον οικισμό, σύμφωνα με τον ανασκαφέα R. J. Rodden, διακόπηκε κατά τους χρόνους της Αρχαιότερης Νεολιθικής περιόδου. Πιθανόν ο οικισμός να καταστράφηκε από πλημμύρα, πυρκαγιά ή και από επιδρομή κάποιου λαού και οι κάτοικοι να αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε άλλη περιοχή. Στη Νεότερη Νεολιθική Εποχή ο οικισμός επανακατοικείται.

ΤΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ
α. Τα οικήματα (αρχιτεκτονικά λείψανα)
Συνολικά ανακαλύφθηκαν στην ανασκαφείσα έκταση του λοφίσκου, 24 πασσαλόπληκτα οικήματα. Τα οικήματα αυτά έχουν, σύμφωνα με τον ανασκαφέα, ορθογώνια ή τετραγωνική κάτοψη. Υπάρχει ένα που όπως εκτιμάται έχει τριγωνική κάτοψη.Οι τοίχοι των οικημάτων αυτών ήταν θεμελιωμένοι σε χαντάκια τα οποία είχαν επάλειψη από πλασμένο πηλό. Η κύρια επιφάνεια των τοίχων άρχιζε από το έδαφος . Οι τοίχοι ήταν κατασκευασμένοι από ξύλινα πλαίσια που συμπληρώνονταν από πλέγμα καλαμιών - κλαδιών και "σοβατίζονταν" εσωτερικά και εξωτερικά από αχυρόλασπη.Οι σκεπές εκτιμάται, ότι ήταν (μάλλον) δίρριχτες από καλαμιές και υποβαστάζονταν από πασσάλους (δοκάρια).

β. Το "Ιερό"
Ένα απο τα οικήματα του οικισμού είναι εξαιρετικά μεγάλο (160,68 τ.μ.) σε σύγκριση με όλα τα άλλα. Η διαφορά στο μέγεθος ίσως να υποδεικνύει μια ιδιαίτερη χρήση. Το οίκημα αυτό κατέχει κεντρική θέση και ταυτίζεται με πιθανό "ιερό".

γ. Οι λάκκοι
Κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν διάφοροι λάκκοι. Εκτιμάται (από τον ανασκαφέα) ότι αυτοί δημιουργήθηκαν κατά την εξόρυξη χώματος για το χτίσιμο των οικημάτων.Τους λάκκους τους χρησιμοποιούσαν για δύο σκοπούς: Ο πρώτος ήταν για τη συγκέντρωση των απορριμάτων και ο δεύτερος για αποθήκες.

δ. Οι κεραμικοί φούρνοι και οι εστίες
Οι κεραμικοί φούρνοι (κλίβανοι), που ανακαλύφθηκαν ήταν ανοιχτοί (προς τα πάνω) και ήχαν εσωτερική επάλειψη από πηλό. Στους φούρνους αυτούς οι αγγειοπλάστες έψηναν τα αγγεία οικιακής χρήσης, καθώς και άλλα πήλινα αντικείμενα (ειδώλια, σφραγίδες κ.λπ)Επίσης στο εσωτερικό των οικημάτων βρέθηκαν απλές εστίες (τζάκια) για μαγείρεμα και θέρμανση.

                                                                                                      στ. Τα πήλινα αγγεία
Στον οικιστικό χώρο του οικισμού βρέθηκε ένας μεγάλος αριθμός από θραύσματα αγγείων. Υπολογίζεται πως τα θραύσματα αυτά αντιστοιχούν σε 1115 αγγεία. Ακόμα και σήμερα αν επισκευτεί κάποιος την "Τούμπα" θα δεί πολλά διακοσμημένα όστρακα αγγείων.

ζ. Η πηλοπλαστική
Απο τα πιο αξιοσημείωτα είδη της κεραμικής τέχνης των κατοίκων του οικισμού, είναι αναμφισβήτητα τα πέντε πήλινα ειδώλια γυναικείων μορφών.Στα ειδώλια αυτά το κεφάλι αποδίδεται σαν ραβδοειδής κόμπος και χωρίς χαρακτηριστικά προσώπου. Τα μάτια μοιάζουν με σχισμή και η μύτη είναι μεγάλη. Ο λαιμός αποδίδεται ψηλός. Οι βραχίονες, που είναι μικρόσχημοι, υποβαστάζουν τα τονισμένα, σαν ημισφαίρια, στήθη. Η μέση είναι λεπτή. Οι μηροί και οι γλουτοί εκφράζονται με υπερβολική καμπυλότητα. Τα πόδια είναι (μάλλον) κωνικά και τα πέλματα δηλώνονται ελάχιστα ή καθόλου.



η. Οι πήλινες σφραγίδες
Οι ανασκαφές εφερανστο φώς και καλοφτιαγμένες σφραγίδες. Τα διακοσμητικά θέματα (μοτίβα) των σφραγίδων περιλαμβάνουν τεθλασμένες ή παράλληλες γραμμές και μαίανδρους.Πιθανόν, τις σφραγίδες αυτές να τισ χρησιμοποιούσαν (Rodden) για τη διακόσμηση του σώματός (εγκόλπια). Ακόμα, ίσως αποτελούσαν ένδειξη ιδιοκτησίας. Αν είναι έτσι, τότε υπάρχει η πιθανότητα να υπήρχε στον οικισμό, ατομική (ιδιωτική) ή οικογενειακή ιδιοκτησία.

θ. Τα λίθινα εργαλεία και άλλα λίθινα αντικείμενα
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στην επιφάνεια σημαντικά εργαλεία και λίθινα διακοσμητικά αντικείμενα. Τέτοια εργαλεία είναι οι δύο μεγάλοι πέλεκεις από πράσινη πέτρα, λεπίδες από πυρόλιθο (πάνω από 400), τριπτήρες για άλεσμα σιτηρών, αιχμές για ακόντια - βέλη κ.α. Τα εργαλεία στειλεώνονταν με κόκκαλα ή ξύλινα στελέχη.Τα διακοσμητικά αντικείμενα είναι τα τρία λίθινα ομοιώματα βατράχων. Τα αγαλματίδια χαράχτηκαν σε διάστικτη πράσινη σερπεντίνη. Τα περίτεχνα αυτά ομοιώματα των βατράχων θεωρούνται, όπως λένε οι αρχαιολόγοι, από τα σπουδαιότερα δείγματα διακοσμητικών αντικειμένων της αρχαιότερης νεολιθικής εποχής που βρέθηκαν.

ι. Τα τμήματα αδραχτιού και τα υφαντικά βάρη
Οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει και τμήματα αδραχτιού, όπως και υφαντικά βάρη. Τα ευρήματα αυτά έρχονται να ενισχύσουν την άποψη, ότι οι γυναίκες του οικισμού γνώριζαν να γνέθουν και να υφαίνουν. Οι υφάντριες θα πρέπει να χρησιμοποιούσαν, σαν υφαντική ύλη, το μαλλί (αιγοπροβάτων) και διάφορες φυτικές ίνες.

ια. Τα οστέινα αντικείμενα
Οι ανασκαφές έχουν δώσει σημαντικά επεξεργασμένα οστέινα αντικείμενα. Σύμφωνα με ους αρχαιολόγους τα οστά ανήκουν σε αιγοπρόβατα, χοίρους όπως και υδρόβια (ψάρια, όστρακα).Ανάμεσα στα είδη που κατασκευάζονταν ήταν σουβλιά, λεπίδες και σπάτουλες για την κατεργασία δέρματος, λαβές για αξίνες και σκεπάρνια, αιχμές ακοντίων, πόρπες (ζώνες), βελόνες, καρφίτσες κ.α.
β. Τα κατάλοιπα - υπολείμματα τροφών
Οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει ένα σημαντικό αριθμό κόκκων σιτηρών ακι σπόρων του τύπου μπιζελιού. Τα κατάλοιπα αυτά αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία για την καλλιέργεια της γής.Επίσης σε αφθονία βρέθηκαν και υπολείμματα τροφής, τα οποία προέρχονταν από κόκκαλα ζώων. Τα κόκκαλα ανήκουν σε διάφορα ζώα όπως αιγοπρόβατα, χοίροι, βοοειδή αλλά και άγρια ζώα όπως ελάφια, ζαρκάδια, αγριόχοιροι λαγοί κ.λπ. Ακόμα βρέθηκα θαλασσινά. όπως ψαροκόκκαλα και όστρακα.



Διμήνι

Το Διμήνι ήταν προϊστορικός οικισμός (4.800 π.Χ.) της νεότερης νεολιθικής εποχής δηλαδή μετά την προκεραμική περίοδο και πριν την τελική νεολιθική που βρίσκεται κοντά στη σημερινή ομώνυμη κωμόπολη και απέχει 4 χλμ. ΝΔ του Βόλου. Το σημερινό Διμήνι με τους 2109 κατοίκους του απογραφή 2001 υπάγονταν μέχρι το 2010 στο Δήμο Αισωνίας. Η Αισωνία χρονολογείται από την αρχαιότητα και είναι το δυτικότερο μέρος της περιοχής του Βόλου.Το 1886, οι Lolling και Wolters ανέσκαψαν το μυκηναϊκό θολωτό τάφο που είναι γνωστό ως Λαμιόσπιτο. Ύστερα από την τυχαία αυτή ανακάλυψη, στην περιοχή έγιναν το 1887 οι πρώτες ανασκαφές με τη συνεργασίαΟι μακρόχρονες συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες στην Κρήτη ανακάλυψαν στοιχεία που βεβαιώνουν για την ύπαρξη ζωής από την 6η χιλιετία π.Χ.(Νεολιθική Εποχή 6.000-2.600 π.Χ.).

Το 1901, ο Βαλέριος Στάης ανακάλυψε τον θολωτό τάφο στο λόφο του Νεολιθικού οικισμού. Εργάστηκε στον οικισμό Διμηνίου με τον Χρήστο Τσούντα από το 1901 μέχρι το 1905. Οι συστηματικές αυτές ανασκαφές ανέδειξαν τη σπουδαιότητα του συνοικισμού. Λείψανα του νεολιθικού αυτού οικισμού έφεραν στο φως τον συνοικισμό που διέθετε οχυρωμένη ακρόπολη, διαδοχικούς περιβόλους, οικίες και τάφους.Τα λιγοστά λείψανα φανερώνουν ότι ο νεολιθικός άνθρωπος της Κρήτης, όπως και στην υπόλοιπη ανατολική Μεσόγειο, χρησιμοποιούσε εργαλεία από πέτρα, κόκαλο ή οψιανό της Μήλου και σκεύη από πηλό.Στη σπηλιά του Γερανίου βρέθηκε ένας λάκκος γεμάτος με κόκαλα ζώων και δίπλα ένα πλήθος από μικρά και μεγάλα οστέινα εργαλεία. Η λείανση εξάλλου των πέτρινων εργαλείων δίνει ένα ιδιαίτερο χρώμα στις ποταμίσιες με πολύχρωμες φλεβώδεις πέτρες.
Πελέκια σφύρες με τρύπα στη μέση για ξύλινο κοντάκι, είναι τα κυριότερα όπλα του νεολιθικού ανθρώπου. Παράλληλα, κοινές είναι οι λεπίδες από οφιανό (ηφαιστειακή πέτρα της Μήλου και Νισύρου).Το 1977, ο Γιώργος Χουρμουζιάδης συνέχισε τις ανασκαφές στο νεολιθικό οικισμό. Οι ανασκαφές του μυκηναϊκού οικισμού στο Διμήνι συνεχίστηκαν το 1980 από την Βασιλική Αδρύμη-Σισμάνη. Το 2001 οι ανασκαφές αποκάλυψαν μια μυκηναϊκή πόλη και ένα ανακτορικό συγκρότημα που πιστεύεται,ότι θα μπορούσε να είναι μέρος της αρχαίας Ιωλκού. Μια εγχάρακτη πέτρα και ένα εγχάρακτο όστρακο επιβεβαιώνουν την γραφή Γραμμική Β.Το Διμήνι μας προσφέρει την πιο ολοκληρωμένη εικόνα ενός νεολιθικού οικισμού που βρέθηκε μέχρι σήμερα και επιπρόσθετα μας δίδει την πληροφορία μιας ειδικἀ οχυρωμένης ακρόπολης με τους διαδοχικούς περιβόλους.Σε ανασκαφές που έγιναν στον νεολιθικό οικισμό Διμήνι στην Θεσσαλία βρέθηκαν επίσης πολλά εργαλεία.Τα λίθινα εργαλεία ήταν τα πιο πολλά σε σχέση με τα οστέινα, τα ξύλινα ή τα πήλινα, λόγω της ανθεκτικότητας τους. Σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση και σε μεγάλο αριθμό. Οι νεολιθικοί άνθρωποι κατασκεύαζαν τα λίθινα εργαλεία τους με δύο βασικές τεχνικές: την τεχνική με θραύση - κρούση και την τεχνική με λείανση.

Λίθινα εργαλεία με θραύση - κρούση
Η λάξευση των πετρωμάτων με κρούση δίνει ένα μεγάλο φάσμα αποκρουσμένων εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν για κοπτικές, κυρίως, δραστηριότητες. Για παράδειγμα, όταν ήθελαν να κατασκευάσουν ένα λίθινο «μαχαίρι» ή ένα «δρεπάνι», χρησιμοποιούσαν λεπίδες από μία σκληρή πέτρα που ονομάζεται οψιανός (μαύρο ηφαιστειακό πέτρωμα) ή πυριτόλιθος(ιζηματογενές πέτρωμα κρυσταλλικής υφής σε ποικιλία καφέ χρωμάτων). Οι λεπίδες από οψιανό ή πυριτόλιθο γίνονταν με ένα χτύπημα πάνω σε λίθινο «πυρήνα», προετοιμασμένο από πριν, που είχε σχήμα κώνου.Ο πυριτόλιθος υπήρχε στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην Πίνδο. Δια μέσου ενός εμπορίου που βασιζόταν στις ανταλλαγές είδους με είδος, οι κάτοικοι του Διμηνιού προμηθεύονταν τα δύο αυτά πολύτιμα πετρώματα. Η τεχνική της επεξεργασίας τους ήταν εξειδικευμένη εργασία, που γίνο0νταν από ειδικούς τεχνίτες. Για το κυνήγι χρησιμοποιούσαν τόξα και βέλη, που στην άκρη τους ήταν στερεωμένη μία μικρή αιχμή από οψιανό ή πυριτόλιθο και συνήθως είχε σχήμα φύλλου.Ο οψιανός που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή των εργαλείων δεν υπήρχε στην περιοχή της Θεσσαλίας. Έφθανε στο Διμήνι με καράβια από το μακρινό νησί της Μήλου, που ήταν η βασικότερη πηγή οψιανού. Ο οψιανός έφθανε σε μορφή «πυρήνων» και η κατεργασία του γινόταν επί τόπου, στο Διμήνι.

Λίθινα εργαλεία με λείανση
Λειασμένα εργαλεία της νεολιθικής εποχής (γύρω στα 4.200 π.Χ.) υλοτόμηση και ξυλουργικές εργασίες. Τέτοια λειασμένα εργαλεία υλοτόμηση και ξυλουργικές εργασίες. Τέτοια λειασμένα εργαλεία είναι οι πελέκεις, οι αξίνες, οι σμίλες και οι κρανιοθραύστες.Οι λίθινες αξίνες, που είχαν μία πλευρά κοφτερή και ήταν απαραίτητες για το κόψιμο των ξύλων, κατασκευάζονταν αρχικά με σφυροκόπημα της λίθινης επιφάνειας και στη συνέχεια με τριβή πάνω σε σταθερά ακόνια ή με τριβή της μιας πέτρας πάνω στην άλλη με τη βοήθεια άμμου και νερού. Έτσι, οι πέτρες γίνονταν λείες και γυαλιστερές. Στη συνέχεια, οι αξίνες στερεώνονταν πάνω σε ξύλινη λαβή ή σε λαβή από κέρατο. Η εξέλιξη της κατασκευής των εργαλείων προϋποθέτει και πρόοδο στην τεχνική της κατασκευής τους. ΄Ένα τέτοιο στάδιο προόδου αποτελεί και η διάτρηση των λίθινων λειασμένων εργαλείων για τη στειλέωση της λαβής τους.

Οστέινα εργαλεία

Ο νεολιθικός άνθρωπος επεξεργαζόταν τα οστά των ζώων για να φτιάξει αιχμηρά κυρίως εργαλεία, όπως βελόνες και οπείς. Τα εργαλεία αυτά ήταν απαραίτητα για την κατεργασία των δερμάτων, την καλαθοπλεκτική και την υφαντική. Τα σκληρά κέρατα των ζώων τα χρησιμοποιούσε για τη στειλέωση των λίθινων λειασμένων εργαλείων.

Πήλινα εργαλεία
Από πηλό κατασκεύαζε ο νεολιθικός άνθρωπος του Διμηνίου εργαλεία, όπως πεσσούς για τις σφενδόνες, υφαντικά βάρη για τον αργαλειό (αγνύθες, πηνία) και σφονδύλια για το γνέσιμο.
Για την καλλιέργεια της γης, το θερισμό, τη συλλογή και την αποθήκευση των καρπών ήταν απαραίτητα διάφορα εργαλεία. Τα νεολιθικά εργαλεία ήταν κατασκευασμένα από λίθο, κόκαλο ή κέρατο, ξύλο και πηλό. Το σύνολο όλων αυτών των εργαλείων μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες για τις δραστηριότητες των νεολιθικών ανθρώπων του Διμηνίου, καθώς και για την οικονομία τους, αφού τα εργαλεία αυτά αποτελούν σημαντικά στοιχεία για να κατανοήσουμε έναν πολιτισμό χωρίς γραφή.Τα λίθινα εργαλεία ήταν τα πιο πολλά σε σχέση με τα οστέινα, τα ξύλινα ή τα πήλινα, λόγω της ανθεκτικότητας τους. Σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση και σε μεγάλο αριθμό. Οι νεολιθικοί άνθρωποι κατασκεύαζαν τα λίθινα εργαλεία τους με δύο βασικές τεχνικές: την τεχνική με θραύση - κρούση και την τεχνική με λείανση.

 Σέσκλου


Η περιοχή του Σέσκλου
Στο λόφο Καστράκι και στη γύρω περιοχή, κοντά στο σημερινό χωριό Σέσκλο, αναπτύχθηκε ένας από τους σπουδαιότερους νεολιθικούς οικισμούς της Ελλάδας και της Ευρώπης, που έδωσε το όνομά του σε μία ολόκληρη φάση της νεολιθικής εποχής στη Θεσσαλία. Κατοικήθηκε από την αρχή της νεολιθικής εποχής (7η χιλιετία π.Χ.) μέχρι και τη Μέση Εποχή του Χαλκού, αλλά γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του στην 5η χιλιετία π.Χ., κατά τη Μέση Νεολιθική περίοδο. Η τοποθεσία του συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά σύμφωνα με τα οποία οι πρώτοι κάτοικοι επέλεγαν τις θέσεις της εγκατάστασής τους: βρίσκεται ανάμεσα σε βαθιά εποχικά ρέματα, που εξασφαλίζουν την αφθονία νερού, κοντά σε επίπεδες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και σε ψηλότερους λόφους και όχι μακριά από τη θάλασσα. Η επιτυχία στην επιλογή της θέσης αποδεικνύεται και από τη μεγάλη διάρκεια ζωής του προϊστορικού οικισμού.



Οι πρώτοι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στο Σέσκλο στα μέσα της 7ης χιλιετίας π.Χ., στην περίοδο που ονομάζεται Προκεραμική Νεολιθική. Για τη γνώση της περιόδου αυτής στον ελλαδικό χώρο το Σέσκλο είναι μια από τις σπουδαιότερες θέσεις, κυρίως επειδή εδώ το «νεολιθικό τρίπτυχο» (μόνιμη κατοικία, γεωργία, κτηνοτροφία) διαπιστώνεται καθαρά. Η έκταση του οικισμού στο λόφο Καστράκι (Σέσκλο Α) δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί, λόγω της μεταγενέστερης κατοίκησης του χώρου. Ωστόσο, λείψανα της φάσης αυτής έχουν διαπιστωθεί και 125 μ. πέρα από το βορειοανατολικό άκρο του λόφου (Σέσκλο Γ), γεγονός που δείχνει ότι ο οικισμός ήταν αρκετά μεγάλος. Τα σπίτια ήταν πρόχειρες καλύβες, από τις οποίες σώζονται μόνο αβαθή ορύγματα, τάφροι για λεπτά θεμέλια τετράπλευρου σπιτιού, κυκλικοί λάκκοι και λείψανα συμπαγούς πηλού, που μάλλον είχε χρησιμοποιηθεί στα τοιχώματα των κτισμάτων. Στον οικισμό βρέθηκαν ελάχιστα αντικείμενα, όπως λεπίδες από οψιανό και πυριτόλιθο, εργαλεία από πέτρες και οστά ζώων και ελάχιστα πήλινα ειδώλια και φαίνεται ότι οι άνθρωποι της περιόδου ζούσαν αποκλειστικά από τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Στην Αρχαιότερη Νεολιθική περίοδο (6η χιλιετία π.Χ.) ο οικισμός φαίνεται ότι αναπτυσσόταν σε μεγαλύτερη έκταση. Κατάλοιπά του έχουν διαπιστωθεί τόσο στο Σέσκλο Α, όσο και στην επίπεδη πλαγιά στα δυτικά (Σέσκλο Β) και στη γύρω περιοχή.



Βασικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής αυτής της φάσης είναι η πολυμορφία των τύπων και η ποικιλία των υλικών, καθώς διαπιστώθηκαν τόσο σπίτια με λιθόκτιστα θεμέλια και τοίχους από πλίνθους, όσο και κατασκευές από πλασμένο πηλό και ξύλα, κάποτε με πλάκες εξωτερικά, τοποθετημένες σαν «ορθοστάτες». Οι κάτοικοι εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν απλά εργαλεία από πέτρα ή οστά, κατασκεύαζαν πήλινα ειδώλια, ενώ για πρώτη φορά συναντώνται πήλινα αγγεία, μονόχρωμα ή διακοσμημένα με γραπτά σχέδια.

Η κύρια φάση της ακμής του Σέσκλου, όμως, ήταν η Μέση Νεολιθική περίοδος. Ο οικισμός εκτεινόταν πάνω στο λόφο Καστράκι (Σέσκλο Α), στην επίπεδη πλαγιά στα δυτικά (Σέσκλο Β) και στη γύρω περιοχή, σε χώρο συνολικού εμβαδού τουλάχιστον 100 στρεμμάτων. Τα σπίτια, που υπολογίζονται σε 500-800, ήταν πιο πυκνά διατεταγμένα στο λόφο, χωρίζονταν από δρομάκια και πλατείες και περιβάλλονταν από μεγάλους αναλημματικούς τοίχους, ενώ στην επίπεδη περιοχή ήταν πιο άνετα και απομακρυσμένα. Όλα είχαν λίθινα θεμέλια, πλίνθινη ανωδομή και δίρριχτη στέγη με δοκούς και καμινάδες. Η περίοδος αυτή ταυτίζεται με το λεγόμενο «πολιτισμό του Σέσκλου», που χαρακτηρίζεται κυρίως από την κεραμική που βρέθηκε στον οικισμό και αποτέλεσε τη βάση της χρονολόγησης των υποπεριόδων της Μέσης Νεολιθικής. Τα αγγεία είναι χειροποίητα, κυρίως γραπτά, και η τεχνική του ψησίματός τους έχει βελτιωθεί, έχοντας ως αποτέλεσμα θαυμάσια κόκκινα χρώματα, που σχημάτιζαν μοτίβα επάνω σε υπόλευκο βάθος.


Οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν περισσότερα λίθινα εργαλεία, ενώ αφθονότερα ήταν και τα εργαλεία από οψιανό, που προερχόταν από τη Μήλο. Ο οικισμός καταστράφηκε από φωτιά προς το τέλος της 5ης χιλιετίας π.Χ. και ερημώθηκε για περισσότερο από 500 χρόνια. Η περιοχή ξανακατοικήθηκε κατά τη Νεότερη Νεολιθική περίοδο μόνο, όμως, στο Καστράκι. Την περίοδο αυτή οικοδομήθηκε στο ψηλότερο σημείο το «μέγαρο», που καταλάμβανε το κεντρικό τμήμα του νέου οικισμού και περιβαλλόταν από σύστημα κυκλικών λίθινων περιβόλων. Ο οικισμός εξακολούθησε να κατοικείται μέχρι και την Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού. Στην περίοδο αυτή ανήκουν ορισμένα σπίτια πάνω στο λόφο (Σέσκλο Α) καθώς και οι κιβωτιόσχημοι τάφοι που βρέθηκαν τόσο στο Σέσκλο Α, όσο και στο Σέσκλο Β.Τα ερείπια του οικισμού εντοπίσθηκαν στο τέλος του 19ου αιώνα και οι πρώτες ανασκαφές έγιναν το 1901-1902 από τον Χρήστο Τσούντα πάνω στο λόφο Καστράκι. Το 1956 ο Δ.Ρ. Θεοχάρης άρχισε νέα ανασκαφική έρευνα στο λόφο και από το 1972 ερεύνησε τη γύρω περιοχή έξω από το λόφο, όπου αποκαλύφθηκε ο μεγάλος οικισμός της Μέσης Νεολιθικής εποχής.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου